English French German Spain Italian Dutch Russian Portuguese Japanese Korean Arabic Chinese Simplified

28.10.12

Οι Φάροι του Ελλαδικού δικτύου

     Οι φάροι του ελλαδικού δικτύου, ακολουθούν τις γενικές τυπολογικές αρχές των πύργων-φάρων, óπως αυτές διαµορφώθηκαν απó την παράδοση των παλαιών και τις σύγχρονες εξελίξεις.
  •  γενικές τυπολογικές αρχές
     Στους παλαιούς φάρους κυριαρχεί ως υλικó η πέτρα, ενώ υπάρχουν και µερικοί απó οπτοπλινθοδοµή. Μετά τον Β' Παγκóσµιο Πóλεµο, έγιναν επεµβάσεις κυρίως στις πλάκες ορóφου του φανού απó σκυρóδεµα. Οι φάροι των ελληνικών ακτών βρίσκονται συνήθως σε δύσβατες περιοχές, και απóκρηµνες ακτές. Οι απλές, λιτές γραµµές τους ενισχύονται απó την ποικιλία των εντυπώσεων που δηµιουργεί το ανάγλυφο και πολυχρωµατικó ελληνικó φυσικó τοπίο. Η σταθερή, ήρεμη δομή τους είναι σε αντίθεση με τη δύναμη των θαλάσσιων κυμάτων. Οι πύργοι των φάρων στον ελλαδικό χώρο είναι συνήθως προσκολλημένοι σε ορθογωνικής διάταξης κτίσματα [φαρόσπιτα], όπου υπάρχουν όλες οι λειτουργικές διατάξεις, απαραίτητες για τη διαμονή των φαροφυλάκων. Σε λίγες περιπτώσεις συναντώνται φάροι ως μεμονωμένοι πύργοι, ή ως μέρος ευρύτερου συνόλου [συνήθως σε κορυφές οχυρωματικών τειχών-φρουρίων]. H εξωτερική επιφάνεια των ελληνικών φάρων είναι συνήθως επιστρωμένη με λευκό επίχρισμα, ενώ σε λιγότερες περιπτώσεις παρουσιάζουν εμφανή ισοδύναμη κατασκευή.
Φάρος Απολυτάρες-κυκλικός
Φάρος Γυθείου-οκταγωνικός
Φάρος Λευκάδας-τετράγωνος
     
Το κτίριο του φάρου αποτελείται από δύο κύρια μέρη, τον πύργο, στην κορυφή του οποίου βρίσκεται ο μηχανισμός φωτοβολίας και τον οικίσκο [για επανδρωμένους φάρους] που στεγάζει τον φαροφύλακα. Τα βασικά αρχιτεκτονικά σχέδια για τις κατασκευές των πύργων, προβλέπουν τρία βασικά σχήματα. Τετράγωνο, οκτάγωνο και κυκλικό με πρόβλεψη για τις εγκαταστάσεις προσωπικού, αν ο φάρος είναι επιτηρούμενος. Βασικές παράμετροι για την επιλογή του σχεδίου, είναι η γεωγραφική του θέση που καθορίζει το συνολικό ύψος από τη θάλασσα, η σύσταση του εδάφους, ο διαθέσιμος χώρος, καθώς και οι καιρικές συνθήκες που επικρατούν σε κάθε περιοχή.
       Έτσι, όχι τυχαία, στις περισσότερες περιπτώσεις, έχει επιλεγεί η κυλινδρική μορφή - [59 φάροι ανήκουν στον  κυλινδρικό τύπο] - αφού η καταπόνηση των κατασκευών λόγω καιρού είναι σημαντική. Μάλιστα τα ύψη ποικίλλουν σημαντικά από 4,30 μ. στον φάρο Στρογγύλης του Καστελόριζου ως τα 25 μ. στον Γάιδαρο της Σύρου. Δεύτερη - σε συχνότητα - επιλογή, είναι αυτή με τις οκτάγωνες κατασκευές -[11 φάροι ανήκουν στον  πολυγωνικό τύπο] - που συνδυάζουν χαμηλό κόστος και την κατοικία των φαροφυλάκων στη βάση. Οι ακμές του κτιρίου, είναι προσανατολισμένες στις κύριες διευθύνσεις των ανέμων και τα ύψη τους αρχίζουν από τα 9,50 μ. όπως στη Σαπιέντζα και φθάνουν τα 23, όπως στην Κρανάη. Τέλος, οι τετράγωνες κατασκευές - [39 φάροι ανήκουν στον τετραγωνικό τύπο] - αποτελούν ένα ενιαίο σώμα με αυτό του πύργου. Συναντώνται συνήθως σε τοποθεσίες μεγάλου υψόμετρου, όπως ο φάρος της Ζούβρας που έχει ύψος 10 μ. και βρίσκεται 36 μ. πάνω από τη θάλασσα. Τα ύψη τους κυμαίνονται από 6,5 μ. όπως στη Μονεμβασιά ως τα 16 μ. όπως στο Ταίναρο.
      Ο δε οικίσκος του φάρου έχει συνήθως παραλληλόγραμμο σχήμα, ενώ υπάρχουν και κατόψεις σχήματος “Γ”, “Τ”, “Π” ή περίκεντρες. Αναπτύσσονται στην πλειοψηφία τους σε μια στάθμη, χωρίς να λείπουν περιπτώσεις διώροφων κτιρίων, φάρων με υπόγειους χώρους, ή πύργων με κατακόρυφη ανάπτυξη χώρων. Το μοντέλο "Πύργος-οικίσκος" είχε εμφανιστεί στο παρελθόν σε οχυρωματικές κατασκευές μικρής κλίμακας [οχυρές κατοικίες, φορτρέσες κ.τ.λ] τόσο στον ελλαδικό όσο και στον ευρύτερο χώρο, ενώ η εφαρμογή του στη φαροδομία ήταν αποτέλεσμα της προσαρμογής του μοντέλου αυτού στα σύγχρονα δεδομένα.


Κάτοψη του Φάρου  Μελαγκάβι
  • Εξέλιξη των κατόψεων
     Όσον αφορά στην εξέλιξη των κατóψεων στο διάστηµα που εξελίσσεται η οργανωµένη κατασκευή λιθóκτιστων φάρων (1822-1926), παρατηρούνται τα εξής:
  • Οι πρώιμοι φάροι αγγλικής κατασκευής στο Ιόνιο έχουν σχετικά μικρές σε μέγεθος κατόψεις, με δυνατότητα φιλοξενίας ενός ή δύο φαροφυλάκων ανά κτίριο. Ομοίως και οι πρώιμοι φάροι, οι οποίοι κατασκευάστηκαν τους καποδιστριακούς χρόνους στο νεοσύστατο κράτος.
  • Αντιθέτως οι φάροι που ανεγέρθησαν επί βασιλείας Όθωνα χαρακτηρίζονται από το μεγάλο μέγεθος της κάτοψης και την επιμέλεια της κατασκευής. Χαρακτηριστικό είναι επίσης το γεγονός ότι στην περίοδο αυτή οι φάροι αντιμετωπίζονται ως δημόσια διοικητικά κτίρια, οπότε και σχεδιάζονται με σκοπό να στεγάσουν κάποια δημόσια υπηρεσία όπως π.χ. τελωνείο, λειτουργία που προϋποθέτει την υποδοχή κοινού, οπότε και εμφανίζονται στις κατόψεις για πρώτη φορά χώροι αναμονής.
Κάτοψη  Φάρου  Κόπραινας - Ο διάδρομος που ένωνε τον πύργο με τον οικίσκο έχει καταστραφεί.
  • Από το 1880  και έπειτα την κατασκευή φάρων στο χώρο του Αιγαίου αναλαμβάνουν Γάλλοι μηχανικοί. Στους φάρους αυτούς οι κατόψεις είναι αρκετά μικρότερες από αυτούς που ανεγέρθηκαν στα χρόνια του Όθωνα με δυνατότητα φιλοξενίας τεσσάρων ή και περισσότερων φαροφυλάκων. Για πρώτη φορά επιχειρείται σε επίπεδο κάτοψης η αλλοίωση του κλασσικού παραλληλογράμμου, ενώ εμφανίζονται και οι πρώτες περιπτώσεις σύνδεσης πύργου-οικίσκου σε κάποια γωνία. Με την πάροδο των χρόνων και την εμπειρία των κατασκευαστών σε θέματα αντισεισμικού σχεδιασμού, ο πύργος αλλάζει και πάλι θέση σε σχέση με τον οικίσκο. Ανεξαρτητοποιείται δομικά από τον οικίσκο, διατηρώντας επαφή με αυτόν μόνο με έναν βραχύ διάδρομο ή κατασκευάζεται στο κέντρο της κάτοψης. Μια ακόμα τυπολογική ιδιαιτερότητα που παρατηρείται στους όψιμους γαλλικούς φάρους του Αιγαίου είναι η συγκέντρωση των βοηθητικών χώρων σε εσωτερική περιτοιχισμένη αυλή που εντάσσεται στο σύνολο της κατασκευής.
Κάτοψη Φάρου Ψυττάλειας
  • Οι Έλληνες κατασκευαστές, απόφοιτοι πανεπιστημίων του εξωτερικού αρχίζουν να αναλαμβάνουν την ανέγερση φάρων για λογαριασμό της νεοσύστατης αρμόδιας υπηρεσίας. Οι φάροι αυτοί χαρακτηρίζονται από την υπερβολική χρήση εκλεκτικιστικών στοιχείων, τη συμμετρία και τη γεωμετρικότητα του όγκου, στοιχεία που μας παραπέμπουν σε όψιμα νεοκλασικά-αστικά μορφολογικά πρότυπα. Οι όψιμοι ελληνικοί φάροι και οι ύστεροι γαλλικοί, που προαναφέρθηκαν, κατασκευάστηκαν την εικοσαετία 1880-1900, κατά την οποία παρατηρήθηκε η εντονότερη φαροδομία. Την εικοσαετία αυτήν και για τις δύο συγκεκριμένες ομάδες φάρων παρατηρήθηκε “τυποποίηση” στην κατασκευή τους. Συγκεκριμένα, υπάρχουν φάροι που ανεγέρθησαν με μικρή σχετικά χρονολογική διαφορά, οι οποίοι παρουσιάζουν σημαντικές τυπολογικές και μορφολογικές ομοιότητες και χαρακτηρίζονται ως δίδυμοι φάροι. Το γεγονός αυτό ενισχύει την υπόθεση ότι πολλοί από αυτούς κατασκευάστηκαν με κοινά σχέδια.
  • Αξιοσημείωτο στοιχείο για όλες τις προαναφερθείσες μορφολογικές κατηγορίες φάρων είναι η περιορισμένη χρήση κεραμοσκεπών, οι οποίες ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένες τόσο στην παραδοσιακή όσο και στην αστική αρχιτεκτονική. Αντ’ αυτού, παρατηρείται η ευρεία κατασκευή δωμάτων, γεγονός που προφανώς σχετίζεται με την ανάγκη συλλογής ύδατος. Η απουσία νερού άλλωστε ήταν το χαρακτηριστικότερο στοιχείο τόσο κατά την κατασκευή όσο και την λειτουργία του φάρου.
Ο Φάρος του  Ακροταίναρου - Κάτοψη ισογείου και τομή
  • Οι πρώτοι φάροι που κατασκευάστηκαν τόσο από τους Άγγλους στο Ιόνιο όσο και από τους Έλληνες στην επικράτεια του νεοσύστατου ελληνικού κράτους πλησίαζαν κατά πολύ κατασκευαστικές μεθόδους και μορφολογικά μοντέλα από αρχιτεκτονικές του παρελθόντος. Νέα τυπολογικά-μορφολογικά μοντέλα αλλά και κατασκευαστικές μέθοδοι εισήχθησαν και εξελίχθηκαν από τους γάλλους κατασκευαστές μετά το 1860. Η ακμή της φαροδομίας στην Ελλάδα παρατηρείται την εικοσαετία 1880-1900, κατά την οποία κατασκευάστηκε το μεγαλύτερο ποσοστό των λιθόκτιστων φάρων. Έκτοτε, η εξέλιξη της οικοδομικής επιστήμης και η εμφάνιση νέων υλικών οδήγησε στη σταδιακή μείωση κατασκευής λιθόκτιστων φάρων, ο τελευταίος των οποίων κτίστηκε το 1926 στην Απολυτάρα των Αντικυθήρων. Σήμερα το κτιριακό αυτό απόθεμα αριθμεί 110 περίπου αξιόλογες κατασκευές, το μεγαλύτερο ποσοστό των οποίων βρίσκεται σε κακή κατάσταση λόγω της εγκατάλειψης.

    http://7gym-laris.lar.sch.gr

Τα διαβάζουν πολλοί