English French German Spain Italian Dutch Russian Portuguese Japanese Korean Arabic Chinese Simplified

5.8.12

Παναγιά μου

Η Παναγία είναι το περισσότερο από κάθε άλλο ιερό πρόσωπο που τιμά ο ελληνικός λαός όπως αποδεικνύεται τόσο στις εκφράσεις επίκλησης όπως «Παναγία μου, Παναγία μου» ή «Παναγιά μου πρόφθασε..» κ.λπ. όσο και από τη πλούσια υμνολογία καθώς και από το πλήθος των ναών που είναι αφιερωμένοι σ΄ εκείνη, όπου σύμφωνα με τη χριστιανική παράδοση παρακαλεί συνέχεια τον Ιησού για τη σωτηρία του κόσμου.
Ιδιαίτερα σ΄ ελληνικά νησιά όπου βρίσκονται εικόνες της αποτελούν σήμερα πανελλήνια προσκυνήματα όπως η Παναγία της Τήνου, η Παναγία η Εκατονταπυλιανή στη Πάρο, η Παναγία η Αργοκοιλιώτισσα και Παναγία η Δροσιανή στη Νάξο, Παναγία Ψαριανή στα Ψαρά κ.ά.
Όλες οι εορτές προς τιμή της Παναγίας χαρακτηρίζονται «Θεομητορικές εορτές». Κυριότερη θέση κατέχει η Κοίμηση της Θεοτόκου στις 15 Αυγούστου που κατέχει ιδιαίτερη θέση στο λαϊκό καλαντάρι με νηστεία και τις «παρακλήσεις» που προηγούνται, όπου σε πολλά νησιά στολίζουν και τον επιτάφιό της. Σημαντική ακόμη εορτή είναι και τα Εισόδια της Θεοτόκου στις 21 Νοεμβρίου που λέγεται και «ημέρα της Παναγίας της Αρχισπορίτισσας» ή «Παναγίας της Μεσοσπορίτισσας» ή και της «Ξεσπορίτισσας"» ταυτιζόμενη με τις γεωργικές εργασίες, ή ακόμα και «Πολυσπορίτισσας» επειδή την ημέρα αυτή συνηθίζεται στα νησιά να βράζουν πολυσπόρια, τη λεγόμενη «μαεργιά». Επίσης ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου στις 25 Μαρτίου, που συνδυάστηκε με τον Ευαγγελισμό της ελληνικής εθνικής παλιγγενεσίας και που καθιερώθηκε πρώτη εθνική εορτή από τον Βασιλέα Όθωνα. Τέλος ιδιαίτερη θέση κατέχουν οι λεγόμενοι «χαιρετισμοί» προς την Παναγία που προηγούνται της εορτής του «Θείου Πάθους». Το Nextdeal.gr τιμώντας την Παναγία παρουσιάζει ενδεικτικά μερικά πανελλήνια προσκυνήματα.

Παναγιά της Τήνου
Ο Ναός κτίστηκε στο σημείο που βρέθηκε η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, μετά από οράματα μίας απλής και ταπεινής Μοναχής, της Αγίας Πελαγίας.
Η Αγία Πελαγία για τρεις συνεχόμενες εβδομάδες (Κυριακή 9,16,23/7/1822), έβλεπε στον ύπνο της την Παναγία να της ζητά να οργανώσει ανασκαφές για να εντοπίσει την Εικόνα Της που είναι θαμμένη στον αγρό του Αντ. Δωξαρά, στην Χώρα και στις 30/1/1823, η αξίνα του Δημ. Βλάσση προσκρούει στο θαυματουργό εικόνισμα.

ΟΙ ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΜΕΓΑΛΕΣ ΕΟΡΤΕΣ

Ο ΕΠΕΤΕΙΑΚΟΣ ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΥΡΕΣΗΣ (30/1)
Πρόκειται για την μεγαλύτερη μέρα της Τήνου.
Το απόγευμα της παραμονής η Αγία Εικόνα μεταφέρεται με πομπή στον κάτω Ναό της Ευρέσεως και τοποθετείται κοντά στο σημείο όπου επί αιώνες ήταν θαμμένη. Στην συνέχεια τελείται μεγάλος εσπερινός με ειδική ακολουθία. Το βράδυ γίνεται επίσης ακολουθία που παρακολουθεί πλήθος πιστών.
Την επόμενη ημέρα τελείται αρχιερατική Θεία Λειτουργία και στη συνέχεια επιμνημόσυνη δέηση και κατάθεση στεφάνου στην προτομή του Αρχιεπισκόπου Γαβριήλ. Στις 2μμ περίπου γίνεται λιτανεία της Αγίας Εικόνας μέσα σε κουβούκλιο που το σηκώνουν τιμητικά κάτοικοι και επισκέπτες της Τήνου. Η λιτανεία ακολουθεί την ίδια πορεία στα σοκάκια της Τήνου που ακολούθησαν στην πρώτη περιφορά της Εικόνας το 1823. Στην εξέδρα της προκυμαίας γίνεται δέηση και η πομπή γυρίζει στον Ναό από την Ανατολική πλευρά της πόλης..

Η ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ (25/3)
Μέχρι το 1920 Έλληνες της Αλύτρωτης Ελλάδας, οι κάτοικοι της Μικράς Ασίας πλημμύριζαν την Τήνο με την παρουσία τους επιβαίνοντας σε δεκάδες ατμόπλοια και ιστιοφόρα παρακαλώντας την απελευθέρωση της πατρίδας τους.
Αρκετές χιλιάδες κόσμος εξακολουθούν να έρχονται και στις μέρες μας, παρά τις δύσκολες καιρικές συνθήκες που συνήθως επικρατούν την εποχή αυτή.
Την παραμονή της εορτής ψάλλεται πανηγυρικός εσπερινός και την νύχτα γίνεται ολονυχτία και παράκληση. Ο Ναός μένει ανοικτός όλη τη νύχτα.
Την ημέρα του Ευαγγελισμού τελείται Αρχιερατική Λειτουργία και κατόπιν λιτάνευση της Αγίας Εικόνας και δέηση στην παραλία.

ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΟΡΑΜΑΤΟΣ ΑΓΙΑΣ ΠΕΛΑΓΙΑΣ (23/7)
Ημέρα αφιερωμένη στην Αγία Πελαγία η οποία στις 23/7/1822 αξιώθηκε της Υπέρτατης Τιμής να δει μέσα στο κελί της την Θεοτόκο. Το πρωί αυτής της μέρας η εικόνα μεταφέρεται στο Μοναστήρι της «Κυρίας των Αγγέλων» στο Κεχροβούνι, όπου παραμένει ολόκληρη την ημέρα. Στον Ναό της Αγίας Πελαγίας γίνεται πανηγυρική Λειτουργία και

ΕΟΡΤΗ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ (15/8)
Στο προαύλιο του Ιερού Ναού από 1-13 Αυγούστου γίνονται διαδοχικές παρακλήσεις. Την παραμονή της γιορτής το νησί στολίζεται εορταστικά και πλήθος πιστών κατακλύζει το νησί. Η Τήνος μετατρέπεται σε έναν απέραντο ξενώνα.
Όλος ο κόσμος έρχεται στη Χάρη της να φέρει ένα τάμα, να κάνει μία παράκληση, ή να ευχαριστήσει την Μεγαλόχαρη για κάποια ευεργισία της.
Την παραμονή της εορτής καταφθάνουν στο νησί εκπρόσωποι της Κυβέρνησης οι επίσημοι και τα στρατιωτικά αγήματα που θα αποδώσουν τιμές. Το βράδυ τελείται Μεγάλος Αρχιερατικός Εσπερινός και στη συνέχεια Παράκληση και Θεία Λειτουργία και μεταδίδεται η Θεία Μετάληψη.
Το πρωί της Εορτής γίνεται Αρχιερατική Λειτουργία στον Ναό της Μεγαλόχαρης. Κατά την διάρκεια της Λειτουργίας ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης, ο αρχηγός του Ναυτικού και οι άλλοι επίσημοι επιβαίνουν σε τορπιλάκατο του Πολεμικού Ναυτικού και ρίχνουν στεφάνια στον υγρό τάφο το Έλλη που τορπιλίστηκε άνανδρα έξω από το λιμάνι της Τήνου στις 15/8/1940.


Παναγία Προυσιώτισσα
Στο κέντρο καταπράσινων και πανύψηλων βουνών, στα νότια του νομού Ευρυτανίας και μόλις 36 χιλιόμετρα από το Καρπενήσι, βρίσκεται εδώ και χίλια περίπου χρόνια το ιστορικό και σε όλους μας ακουστό μοναστήρι της Κυράς της Ρούμελης, της Παναγίας της Προυσιώτισσας, περιτριγυρισμένο από απότομους και άγριους βράχους που προκαλούν δέος που και μόνο τους ατενίζεις. Το μοναστήρι είναι ιστορικό, αγιασμένο που η φήμη του ξεπέρασε τα στενά όρια της Ρούμελης, της Θεσσαλίας αλλά και της χώρας. Κατά χιλιάδες προστρέχουν οι πιστοί στην χάρη της, άλλοι να την επικαλεστούν και άλλοι θερμά να την ευχαριστήσουν. Όχι μόνο τον Αύγουστο όπου και εορτάζει το μοναστήρι ( στις 23 Αυγούστου ημέρα αποδόσεως της Κοίμησης της Θεοτόκου και συνάμα ημέρα ευρέσεως της θαυματουργού εικόνας ) αλλά και όλο το χρόνο.

Απο που όμως ήρθε και με ποιο τρόπο η εικόνα της Παναγιάς
Τον καιρό που βασίλευε ο εικονομάχος Θεόφιλος στην Κωνσταντινούπολη, άρχισε μεγάλο διωγμό κατά των Αγίων εικόνων και έστειλε βασιλικές διαταγές σε κάθε πόλη και χώρα, διατάζοντας τους ορθόδοξους και απειλώντας τους με βασανιστήρια και εξορίες για να κατεβάσουν τις Αγίες εικόνες και να τις κάψουν ή να τις καταστρέψουν. Όσοι πείθονταν σε αυτή τη βασιλική διαταγή έπαιρναν αξιώματα και τιμές όσοι όμως αρνούνταν να καταστρέψουν τις Αγίες εικόνες τότε τους εκτελούσε είτε με απάνθρωπα βασανιστήρια είτε τους εξόριζε.
Εκείνη την εποχή το 829 μ.Χ η σεβάσμια εικόνα της Παναγίας βρισκόταν σε μια πόλη της Τουρκίας, στην Προύσα της Μικράς Ασίας. Όπως τιμούσαν την Αγιά Σοφιά στην Κωνσταντινούπολη, έτσι ακριβώς οι πιστοί τιμούσαν τον ναό που βρισκόταν η ιερή εικόνα της Παναγίας. Αφού έπεσε βασιλική διαταγή να καταστραφούν όλες οι ιερές εικόνες ένα αρχοντόπουλο, γιος ενός άρχοντα της βασιλικής αυλής, κινούμενος από θείο ζήλο και βλέποντας τα θαύματα που καθημερινά έκανε η εικόνα της Παναγίας δεν θέλησε να υπακούσει στην διαταγή αυτή και να καταστρέψει την θαυματουργή εικόνα.
Αυτός λοιπόν ο ευσεβής νέος πήρε την εικόνα αυτή και κατέφυγε στα μέρη της Ελλάδας όπου θα μπορούσε να ησυχάσει από τους μανιώδους αιρετικούς. Ενώ ο νέος αυτός είχε κατέβει με την ιερή εικόνα ως την Καλλίπολη της Θράκης άγνωστο πώς η εικόνα χάθηκε. Ποιος μπορεί να περιγράψει τα δάκρυα και την πίκρα του αρχοντόπουλου, χτυπιόταν και οδυρόταν και αναστενάζοντας συνεχώς έκλεγε πιστεύοντας ότι η εικόνα εξαφανίστηκε λόγω της αμαρτωλότητάς του. Αφού έμεινε αρκετές μέρες κλαίγοντας είπε στον εαυτό του: « Παρόλο που η Κυρία μου Θεοτόκος θέλησε να φυλάξει μόνη Της την αγία Εικόνα, εγώ δεν γυρίζω πίσω στην πατρίδα μου γιατί δεν μπορώ να βλέπω να καταστρέφουν τις Αγίες εικόνες και να καταπατούν τα Άγια σύμβολα της Εκκλησίας μου ». Με αυτούς τους λογισμούς ήρθε και κατοίκησε στην Υπάτη κοντά στη σημερινή Λαμία και έκτισε ένα μικρό εκκλησάκι για να παρηγορηθεί για την ξενιτιά του.

Ένα παιδί από τους βοσκούς, φύλαγε τα γίδια του πατέρα του και μια νύχτα εκεί που κοιμόταν εκεί περίπου που είναι το σημερινό κοιμητήριο της Μονής, δίπλα από το κρυφό σχολειό, ακούει ξαφνικά πίσω του γλυκούς και απαλούς ύμνους. Από το φόβο του ξύπνησε και ενώ σκεφτόταν να βρει από πού έρχονται οι ύμνοι αυτοί βλέπει ξαφνικά ένα πύρινο στύλο, μια φωτεινή δέσμη που ξεκινούσε από μια σπηλιά και έφτανε ως τον ουρανό. Στην αρχή σκέφτηκε ότι ήταν ουράνιο τόξο, έπειτα πάλι μονολογούσε ότι το ουράνιο τόξο αφενός βγαίνει την ημέρα, αφετέρου είναι καμπυλωτό σε σχήμα, ενώ η φωτεινή αυτή στήλη ήταν κατακόρυφη ως τον ουρανό. Φεύγει λοιπόν κατατρομαγμένο στον πατέρα του και του αναφέρει το παράδοξο αυτό γεγονός. Ο πατέρας του αρχικά δεν το πίστεψε, αλλά την άλλη νύχτα πηγαίνουν μαζί και ω του θαύματος!!! Οι γλυκειές μελωδίες συνεχιζόταν και ο πυρσός ξεκινούσε πάλι από το σπήλαιο και έφτανε σον ουρανό. Την άλλη μέρα το παιδί μαζί με τον πατέρα και μερικούς άλλους βοσκούς εξερευνούν το σπήλαιο και βλέπουν την Αγία εικόνα να φεγγοβολά και να αστράφτει. Αφού την προσκύνησαν και χάρηκαν που βρήκαν ένα τέτοιο θησαυρό, άνοιξαν μονοπάτι προς το σπήλαιο για να ανάβουν καθημερινά ένα καντηλάκι μπροστά στην Χάρη Της. Με ποιο όμως τρόπο ήρθε μόνο ο Θεός ξέρει.
Μετά από λίγες ημέρες το γεγονός αυτό μαθεύτηκε στις γύρω πόλεις και περιοχές και έφτασε στα αυτιά του αρχοντόπουλου που την μετέφερε από την Προύσα. Χωρίς να χάσει καιρό πήρε μαζί του τους δούλους του και έτρεξε σε εκείνα τα μέρη αναζητώντας αυτό που επιζητούσε. Μετά από δυο μέρες έφτασε και μόλις την αντίκρισε, την αναγνώρισε αμέσως και έπεσε κάτω προσκυνώντας Την. Ποτάμι τα δάκρυα έτρεχαν από τα μάτια του, δάκρυα χαράς για την εύρεση του θησαυρού του. Έπειτα αφού φιλοδώρησε τους χωρικούς που την βρήκαν πήρε την εικόνα για να επιστρέψει στην Υπάτη λέγοντάς τους : « Αδελφοί μου μη διαμαρτύρεστε εναντίον μου διότι αφενός η εικόνα είναι δίκη μου και έπειτα ο τόπος αυτός δεν είναι κατάλληλος ούτε για χτίσιμο εκκλησίας ούτε για συνάξεις προσκυνητών ».
Με αυτά τα λόγια άφησε λυπημένους τους βοσκούς και αυτός πήρε την Αγία εικόνα και αναχώρησε. Καθώς έφτασαν σε κάποιο ύψωμα του δρόμου κουράστηκαν και έβαλαν την εικόνα σε ένα ερειπωμένο εκκλησάκι για να ξαποστάσουν. Ενώ αποκοιμήθηκαν, όταν ξύπνησαν δε βρήκαν την εικόνα και ο άρχοντας σκέφτηκε ότι τους παρακολουθούσαν οι βοσκοί και ήρθαν κρυφά και την έκλεψαν.
Καθώς επέστρεφαν πίσω, το αρχοντόπουλο άκουσε μια γυναικεία φωνή λέγοντάς του : « Ω νέε σώσου και πήγαινε στο καλό, διότι εγώ αναπαύομαι καλύτερα σε αυτούς τους άγριους και ορεινούς τόπους με απλοϊκούς βοσκούς παρά σε μεγαλουπόλεις με πλούσιους άρχοντες. Αν θέλεις να μείνεις μαζί μου έλα και θα ναι και για καλό σου » και ξαφνικά πάνω στο βουνό δημιουργήθηκε το τύπωμα της Παναγίας μια τρύπα στην κορυφή του βουνού σε μέγεθος ίση με την εικόνα και κατά ύψος του βουνού εμφανίστηκαν αποτυπώματα ανθρωπίνου πέλματος. Περπάτησε δηλαδή η Παναγία προς την κορυφή του βουνού διαπερνόντας το για να φτάσει και πάλι στην θέση όπου αυτή διάλεξε να γίνει το μόνιμο κατοικητήριό της εδώ και χίλια περίπου έτη.
Αυτά τα άκουσε το αρχοντόπουλο με προσοχή και ελευθέρωσε τους δούλους του και γύρισε πάλι στο σημείο ευρέσεως της εικόνας και εγκατέλειψε τα εγκόσμια και αφοσιώθηκε στην υπηρεσία της Παναγίας. Έτσι λοιπόν έχουμε τους πρώτους μοναχούς που εγκαταστάθηκαν στον ιερό αυτό τόπο, που διάλεξε η Κυρά της Ρούμελης να χτίσει το αιώνιο σπίτι της, το αρχοντόπουλο που πήρε το μοναχικό όνομα Διονύσιος και ο δούλος του που πήρε το όνομα Τιμόθεος.
Εκατοντάδες υπήρξαν συνολικά οι μοναχοί που διάβηκαν στο ψηφιδωτό του χρόνου το κατώφλι από την ιστορική Μονή της Παναγίας της Προυσιώτισσας, αγιάστηκαν και αγίασαν.

Η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της Προυσιώτισσας
Στο μικρό αυτό σπήλαιο, στην βόρεια πλευρά του καθολικού, διαμορφωμένο κατάλληλα σε παρεκκλήσιο, κατέχει το μεγάλο θησαυρό της Ορθοδοξίας, την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας.
Στο κέντρο του επιχρυσωμένου ξυλόγλυπτου τέμπλου και σε ανάλογο περίτεχνο και όμορφο προσκυνητάρι κατοικεί για χίλια και πλέον έτη η Παναγία η Προυσιώτισσα. Η εικόνα είναι μεγέθους 0,88 x 0,60 και πέρα από τα θαυμάσια θαύματα που κάνει χαρίζει στους πιστούς της πνευματική ευφροσύνη και αγαλλίαση, χαριτώνει την ψυχή του ανθρώπου. Η Παναγία εικονίζεται ως τη μέση και με το δεξί της χέρι δείχνει το Χριστό ενώ με το αριστερό τον κρατάει στοργικά στην αγκαλιά της. Ο Χριστός είναι στραμμένος προς το πρόσωπό Της και με το δεξί Του χέρι Την ευλογεί .
Πρόκειται για τον εικονογραφικό τύπο της Οδηγήτριας. Την εικόνα την καλύπτει αργυροχρυση επένδυση του Γεωργίου Καραϊσκάκη και μόνο τα ζωγραφισμένα πρόσωπα των εικονιζόμενων είναι φανερά.. Τα μεγάλα αμυγδαλωτά μάτια της Παναγίας, τα γραμμένα φρύδια, η μακριά ίσια καλλιγραφημένη μύτη, το μικρό κερασένιο στόμα, οι μεγάλες επιφάνειες των φώτων στο πρόσωπο φέρουν μπροστά μας μια από τις ωραιότερες και εκφραστικότερες μορφές της μεταβυζαντινής περιόδου. Η παράδοση, σύμφωνα με τον αριθμό 3 κώδικα της Μονής θέλει την εικόνα έργο του Ευαγγελιστή Λουκά. Η αργυροχρυση επένδυση-το πουκάμισο της Παναγίας οφείλεται σε εκπλήρωση τάματος του γενναιότατου στρατηγού Καραϊσκάκη ο οποίος όταν συχνά αρρώσταινε από την ασθένεια της θέρμης, πολλάκις φιλοξενούνταν στην Μονή Προυσού και νοσηλευόταν εκεί. Έταξε στην Παναγία να του χαρίσει την γιατρειά για να συνεχίσει τους ένδοξους αγώνες του για την απελευθέρωση του γένους, και θα την έντυνε με αργυρόχρυσο πουκάμισο. Πράγματι μετά την θεραπεία, ευγνωμονώντας Την, εκπλήρωσε το τάμα του στολίζοντάς την με την θαυμάσια τεχνουργημένη επένδυση, έργο του χρυσοχόου καλλιτέχνη Γεωργίου Καρανίκα το 1824, όπως μας αποκαλύπτει η ανάγλυφη επιγραφή πάνω από τον δεξιό ώμο της Παναγίας : « Η Παντάνασσα. Δι εξόδων του γενναιοτάτου στρατηγού Γεωργίου Καραϊσκάκη, χειρί Γεωργίου Καρανίκα, 1824 ».


Παναγία Σουμελά
Στις πλαγιές του Βερμίου, κοντά στο χωριό Καστανιά, βρίσκεται το πνευματικό κέντρο του Ποντιακού Ελληνισμού, η Ιερά Μονή της Παναγίας Σουμελά.
Μια ιστορία, μια παράδοση και ένας θρύλος αγκαλιάζουν το σύμβολο του Πόντου, την Παναγία Σουμελά. Ήταν ο Ευαγγελιστής Λουκάς αυτός που χάραξε τη μορφή της Παναγίας πάνω σε ξύλο. Η εικόνα της Σουμελά, βρέθηκε μετά το θάνατο του Λουκά στην Αθήνα και για αυτό το λόγο, αρχικά είχε ονομαστεί ως η Παναγία η Αθηνιώτισσα.
Στο τέλος του 4ου αιώνα (380- 386) ιδρύθηκε στο όρος Μελά της Τραπεζούντας, το μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά, από τους μοναχούς Βαρνάβα και Σωφρόνιο (κατά κόσμο Βασίλειος και Σωτήρχος, θείος και ανιψιός, κάτοικοι και οι δυο Αθηνών). Με μοναδικά εφόδια την πίστη, την επιμονή και την εργατικότητα, οι δυο ερημίτες μοναχοί, κατόρθωσαν να χτίσουν την εκκλησία της Σουμελιώτισσας, σκαλιστή μέσα στο βουνό. Από τότε έγινε γνωστή ως ΠΑΝΑΓΙΑ ΣΟΥΜΕΛΑ (Εις του Μελά-στου Μελά-Σουμελά).
Μέχρι το 1922, υπήρξε ο οδηγός, ο παρηγορητής, ο συμπαραστάτης, το καταφύγιο και ο εμψυχωτής των Ελληνοποντίων. Υπήρξε επίσης ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες διατήρησης της ελληνικής γλώσσας και ταυτότητας, καθώς και της αναζωπύρωσης της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης των πιστών.
Ο αναπάντεχος ξεριζωμός, ερήμωσε μαζί με τον αλησμόνητο Πόντο και τη Βίγλα της Σουμελιώτισσας. Με την ανταλλαγή, τα ιερά κειμήλια παραχωρήθηκαν, και το 1931 τα ξέθαψε και τα έφερε στην Ελλάδα, ο Αμβρόσιος ο Σουμελιώτης, ύστερα από ενέργειες του πρωθυπουργού Ελευθέριου Βενιζέλου προς την τουρκική κυβέρνηση του Ισμέντ Ινονού.
Από το 1952, αρχίζει μια νέα περίοδος. Η ελλαδική ιστορία της Παναγίας Σουμελά. Το 1951-1952 η εικόνα παραχωρείται στο σωματείο "Παναγία Σουμελά" Θεσσαλονίκης, το οποίο και άρχισε την ανέγερση της Μονής, σε ένα επίπεδο του Βερμίου, πάνω από το χωριό Καστανιά, που είχε παραχωρήσει δωρεάν 500 στρέμματα για την ανέγερση του Προσκυνήματος.
Η " Αθηνιώτισσα" και "Σουμελιώτισσα" γίνεται τότε Βερμιώτισα και πανελλήνιο Προσκύνημα.
Από το 1952 που χτίστηκε ο μικρός ναός, η Εικόνα θρονιάστηκε στο νέο της θρόνο. Σκοπός της ανέγερσης της Μονής δεν ήταν η ίδρυση στον ελλαδικό χώρο, ακόμη ενός μοναστηριού, αλλά η ανέγερση ενός προσκυνήματος που θα αποτελούσε σύμβολο και φάρο.
Χάρη στην ευλάβεια και θεοσέβεια των Ποντίων και φιλοποντίων, δημιουργήθηκαν διάφορα κτίρια. Η διοίκηση της Παναγίας Σουμελά, φρόντισε για τη δημιουργία μουσειακής συλλογής από ιερά σκεύη, εικόνες και άμφια, αλλά και τη δημιουργία αξιόλογης βιβλιοθήκης.
Σήμερα το κτιριακό συγκρότημα περιλαμβάνει δυο εκκλησίες δέκα ξενώνες με 620 κρεβάτια, ένα εστιατόριο, δυο τουριστικά περίπτερα βρύσες, τηλέφωνα, ηλεκτρικό φως, χώρους στάθμευσης, πλατεία, εκατοντάδες καλλωπιστικά και καρποφόρα δέντρα.
Κάθε χρόνο, το τριήμερο του 15Αύγουστου, είναι πρωτοφανής η συρροή χιλιάδων προσκυνητών από όλα τα διαμερίσματα της χώρας και το εξωτερικό. Η περιφορά της Εικόνας, μέσα στο χώρο του ιερού προσκυνήματος, γίνεται με βυζαντινή μεγαλοπρέπεια και σύμφωνα με την Ορθόδοξη Παράδοση, είναι μια από τις πιο συγκινητικές και κατανυκτικές ακολουθίες.


Παναγία Ελευθερώτρια
Ο ναός της Παναγίας Ελευθερώτριας βρίσκεται στο λόφο « Πατρίς ». Ο ναός ήταν τάμα του νησιού για την απελευθέρωσή του από τους Γερμανούς καθώς στο λόφο αυτό είχαν σκοτωθεί λόγω ναρκοθετήσεων πολλοί Σαλαμίνιοι.
Στα ερείπια των γερμανικών πυροβολείων χτίστηκε ο ναός το 1998 εις ανάμνηση της απελευθέρωσης του νησιού απ’ τους Γερμανούς στις 12 Οκτωβρίου 1944. Για αυτό το λόγο ονομάστηκε και Ελευθερώτρια και πανηγυρίζει τη 12η Οκτωβρίου.
Ο ναός της Παναγίας Ελευθερώτριας βρίσκεται στο λόφο « Πατρίς ». Ο ναός ήταν τάμα του νησιού για την απελευθέρωσή του από τους Γερμανούς καθώς στο λόφο αυτό είχαν σκοτωθεί λόγω ναρκοθετήσεων πολλοί Σαλαμίνιοι.
Στα ερείπια των γερμανικών πυροβολείων χτίστηκε ο ναός το 1998 εις ανάμνηση της απελευθέρωσης του νησιού απ’ τους Γερμανούς στις 12 Οκτωβρίου 1944. Για αυτό το λόγο ονομάστηκε και Ελευθερώτρια και πανηγυρίζει τη 12η Οκτωβρίου.


Παναγία Τριμάρτυρη Χανιά
Η Παναγία Τριμάρτυρη είναι η πολιούχος της πόλης των Χανίων.Η εκκλησία γιορτάζει στις 21 Νοεμβρίου, στα Εισόδια της Θεοτόκου. Λέγεται "τριμάρτυρη" γιατί, ενώ το κεντρικό κλίτος είναι αφιερωμένο στην Παναγία, το βόρειο είναι αφιερωμένο στον Αγ. Νικόλαο και το νότιο στους τρεις Ιεράρχες. Για το πότε χτίστηκε ο πρώτος ναός δεν είναι εξακριβωμένο, αλλά σίγουρα υπήρχε επί Ενετοκρατίας.
Η ιστορία του ναού επί τουρκοκρατίας παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Οι Οθωμανοί μετέτρεψαν το ναό σε σαπωνοποιείο. Εκεί που είναι σήμερα το καμπαναριό ήταν το καζάνι πού έβραζαν τα υλικά για το σαπούνι. Ωστόσο σε μια αποθήκη μέσα στο ναό εξακολουθούσε να φυλάσσεται η εικόνα των Εισοδίων της Παναγίας και μπροστά της άναβε πάντα ένα καντήλι, με την ανοχή του Τούρκου Πασά, διοικητή των Χανίων.
Στα μέσα του 19ου αιώνα στο σαπωνοποιείο δούλευε ο Α. Τσερκάκης, στον οποίο κατά την παράδοση εμφανίστηκε η Παναγία σε όραμα και του ζήτησε να φύγει, γιατί δεν ήθελε το σπίτι της να είναι σαπουναριό. Ο Τσερκάκης έφυγε παίρνοντας μαζί του και την εικόνα.
Λίγο καιρό αργότερα το παιδί του Μουσταφά Ναϊλί πασά έπεσε από απροσεξία στο πηγάδι που βρίσκεται νότια του ναού. Στην απόγνωσή του ο Μουσταφά Πασάς επικαλέστηκε τη βοήθεια της Παναγίας, ώστε να σωθεί το παιδί του με αντάλλαγμα να επιστρέψει το ναό στους χριστιανούς των Χανίων.
Η Παναγία έκανε το θαύμα της, το παιδί σώθηκε και το σαπωνοποιείο παραχωρήθηκε στη χριστιανική κοινότητα για να οικοδομηθεί καινούριος ναός. Παράλληλα ο Τσερκάκης επέστρεψε την εικόνα των Εισοδίων της Παναγίας.
Ο ναός είχε μόλις τελειώσει όταν με την επανάσταση του 1897 υπέστη φθορές και ανακαινίστηκε με έξοδα του τσάρου της Ρωσίας σαν έμπρακτη συγνώμη προς το λαό των Χανίων για τον ρώσικο βομβαρδισμό στο Ακρωτήρι. Δωρεά του τσάρου επίσης είναι η καμπάνα της εκκλησίας.
Στην πλατεία μπροστά από τον μητροπολιτικό ναό υπάρχει ανδριάντας του Οικουμενικού Πατριάρχη Αθηναγόρα.


Παναγία της Σγράπας
Η Παναϊτσα της Σγράπας αποτελεί ένα σπουδαίο πνευματικό θησαυρό της Μεσσηνιακής Πυλίας. Κτισμένη σε ωραία τοποθεσία και περίοπτο θέση σε ένα μικρό λοφίσκο βορειοανατολικά της Πύλου και απέναντι από τη νήσο Σφακτηρία, δεσπόζει της καταπράσινης πεδιάδας της Γιάλοβας, η οποία είναι πλουσιότατη σε εσπεριδοειδή και πράσινο. Απέναντι, σε απόσταση τριών περίπου χιλιομέτρων, αρχίζει το γραφικό λιμάνι της Πύλου, όπου είναι κτισμένο το Παλαιόκαστρο.
Είναι συνυφασμένη με πολύχρονες λατρευτικές παραδόσεις των κατοίκων και με κρίσιμες στιγμές του Ελληνισμού. Η παράδοση την συνδέει με το πέρασμα των Φράγκων, τα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας, τις πρώτες φλόγες της επανάστασης του 1821 και την ονομαστή Ναυμαχία του Ναυβαρίνου την 20 Οκτωβρίου του 1827, κατά την οποία οι μακραίωνοι αγώνες των Ελλήνων, έχοντας ως σύμβολο την πίστη στην Μεγαλόχαρη Παναγιά μας και στην ελευθερία της πατρίδος, δικαιώθηκαν. Από το Ιερό Προσκύνημα πέρασαν οι ήρωες της Επανάστασης του 1821 Τάσος Καρατάσος, Γεώργιος Δίκαιος (Παπαφλέσσας), Μακρυγιάννης, Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.
Το Ιερό Προσκύνημα της Ζωοδόχου Πηγής στη Σγράπα συνδέεται με το πέρασμα των Φράγκων.Όταν βρέθηκε η Βασίλισσα των Βορβόνων στην περιοχή το 1332 έκτισε εκκλησίες στο Παλαιόκαστρο, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή με το σκεπτικό να βοηθήσει πνευματικά τους κατοίκους, ενώ το βαθύτερο αίτιο ήταν να δημιουργήσει αγαστές σχέσεις μαζί τους. Μεταξύ άλλων έκτισε και την Εκκλησία της Παναγίας στη Βουβαλοβορού ή Σγράπα (Γούρνα) στην περιοχή των Βορβόρων.
Όταν ήρθαν οι Τούρκοι το 1550 έκτισαν το Νιόκαστρο και μέσα σε αυτό τζαμί. Η σκληρότητά τους είχε ως αποτέλεσμα να γκρεμιστούν όλες οι Ορθόδοξες Εκκλησίες της περιοχής, μεταξύ αυτών και η Παναϊτσα. Έμεινε γκρεμισμένη μέχρι το 1680, οπότε η περιοχή έπεσε στη ρεπούμπλικα των Βενετσιάνων. Οι Βενετσιάνοι ολοκλήρωσαν το Κάστρο ή Νιόκαστρο και ο Δούκας Μοροζίνη μετέτρεψε το τζαμί σε Εκκλησία, δίνοντας σε αυτή το όνομα «Μεταμόρφωση του Σωτήρος», ενώ ανοικοδόμησε και την Παναϊτσα.
Το χωριό είχε σοβαρό πρόβλημα ελονοσίας το 1825. Ο Ιμπραήμ τρέφοντας μίσος προς τους Αρκάδες, κατέστρεψε ολοσχερώς με πυρκαγιά το προσκύνημα. Μέχρι το 1828, κύλησε μια τριετία με πολύ άσχημα χρόνια για την ευρύτερη περιοχή. Μέσα σε αυτή την τριετία πραγματοποιήθηκε και η ναυμαχία του Ναβαρίνου. Από το 1828-1830 ο στρατηγός Μαιζόν, ο οποίος στρατοπέδευσε στον κόλπο του Ναβαρίνου με το στρατό του, χωρίς να γνωρίζει το υφιστάμενο πρόβλημα της ελονοσίας, αντιμετώπισε την ασθένεια χιλίων εκ των στρατιωτών του και το θάνατο τετρακοσίων εξ αυτών. Στο χωριό δεν υπήρχε σπίτι που να μην έχει νεκρό από την ελονοσία.
Μετά την απελευθέρωση το 1828, οι κάτοικοι μεταφέρθηκαν σε χώρο πλησίον του Ναού και το νέο αυτό χωριό ονομάστηκε Βουβαλοβορόν. Μέχρι το 1840 περίπου είχε αυτή την ονομασία. Οι κάτοικοι του χωριού Βουβαλοβορός, περί το 1835, έκτισαν εκ νέου τον μικρό ναό της Μεγαλόχαρης Παναγιάς, που είχε καταστραφεί από τον Ιμπραήμ. Επειδή, παρά τις προσπάθειες των κατοίκων δεν βρέθηκε η εικόνα, ο τότε προεστώς Αναστάσιος Αλεξόπουλος δώρισε την εικόνα, την οποία εμείς σήμερα προσκυνούμε αγιογραφημένη και φιλοτεχνημένη από λίβανο, μαστίχα και κερί.

Το 1855 περίπου οι κάτοικοι της Σγράπας ή Βουβαλοβορού, λόγω της ελλείψεως ύδατος και της ελονοσίας της προερχόμενης εκ του έλους της Γιάλοβας, μεταφέρθηκαν υψηλότερα, 3 χιλιόμετρα βορειοανατολικά του Ναού, και έκτισαν νέο χωριό, το οποίο ονόμασαν Σγράπα και το οποίο προ ολίγων ετών μετονομάσθηκε σε Ελαιόφυτο. Έτσι εγκαταλείφθηκε ο Ναός, ενώ οι κάτοικοι ζούσαν πέτρινα χρόνια, χωρίς δρόμους, μέσα στην ανέχεια και τη φτώχεια. Το 1870 ο Ιερός Ναός καταστράφηκε λόγω της μεγάλης βλάστησης και των βροχοπτώσεων, που έφεραν όμβρια ύδατα και χώμα, με αποτέλεσμα να θαφτεί ο Ναός. Στο νέο χωριό έκτισαν οι κάτοικοι δύο νέους Ναούς, τον Άγιο Αθανάσιο και τον Άγιο Γεώργιο.
Από το 1880 και μετά κάτοικοι των διαφόρων ορεινών περιοχών της Αρκαδίας ήρθαν και κατοίκησαν την περιοχή πλησίον του χώρου του Ναού, αναζητώντας χειμαδιά για τα ποίμνιά τους. Μεταξύ αυτών ήλθε και η οικογένεια του Νικολάου Αργυρόπουλου από την Μάκρη της Τριπόλεως (Φάνα), αποτελούμενη εκ της συζύγου του, Αναστασίας Αλεξοπούλου, και των τριών αρρένων τέκνων τους, κατασκευάζοντας πρόχειρη κατοικία στο λόφο, 150 μ. βορειοδυτικά του παλαιού Ναού της Παναϊτσας για αυτούς και τα ποίμνιά τους.
Η σύζυγος του, Αναστασία, ήταν πολύ ευσεβής και υποδειγματική μητέρα. Περιστασιακά έβλεπε μαυροντυμένη αρχοντοκυρία που της έλεγε: «Το κτήμα είναι δικό μου, δεν πρέπει να βόσκεις εδώ τα πρόβατά σου και να κόβεις τα ξύλα». Η Αναστασία απαντούσε: «Άφησέ με αρχόντισσά μου, γιατί έχω τρία παιδιά να μεγαλώσω».
Ένα απόγευμα και ενώ κατ’ επανάληψη πήγαινε να κόψει ξύλα στο λόφο, η Αναστασία μαζί με τον μικρότερο γιο της, τον Δήμο, ο οποίος βρίσκεται σήμερα εν ζωή, πήγε στο λοφίσκο, όπου ήταν άλλοτε κτισμένος ο Ναός και ήταν θαμμένη η εικόνα της Παναγίας, για να κόψει ξύλα. Αφού λοιπόν έκοψε ξύλα και ετοίμασε την ζαλιά της και την έδεσε στους ώμους της, μάταια προσπάθησε να σηκωθεί, αν και την βοήθησε ο γιος της, Δήμος. Κάποια δύναμη την κρατούσε εκεί δεμένη με το φορτίο της. Προσπάθησε πάλι, πέταξε μακριά μερικά ξύλα, δίχως αποτέλεσμα. Κουρασμένη, στεναχωρημένη και γεμάτη απορία, έλυσε την ζαλιά από τους ώμους της, έβγαλε το σχοινί της ζαλιάς και έφυγε, σκεπτόμενη ότι σε όποιον και να διηγιόταν αυτό το περιστατικό κανείς δεν θα την πίστευε και θα την περνούσε για τρελή και για αυτό αποσιώπησε το γεγονός. Πέρασαν λίγες ημέρες από τότε αγωνίας και στεναχώριας. Ο ύπνος της Αναστασίας και η διάθεση της ψυχής της βρίσκονταν σε αναστάτωση.

Σύμφωνα με την προφορική παράδοση μια ημέρα βρέθηκε σε αυτόν τον άγιο τόπο, προκειμένου να μαζέψει χόρτα μαζί με ένα κορίτσι της γειτονιάς. Κάποια στιγμή ακούει μια γυναικεία φωνή, σαν να έβγαινε κάτω από τα πόδια της και της είπε: «Διώξε το κορίτσι και κάθισε στην ζαλιά σου. Έχω κάτι να σου πω». Η φωνή αυτή τρόμαξε την Αναστασία και φοβισμένη πήρε το κορίτσι και έφυγε σχεδόν τρέχοντας προς το σπίτι της. Έφθασε στο σπίτι της και, ενώ ετοιμαζόταν να κλείσει το μάνταλο της πόρτας, βλέπει τρία φίδια να κρέμονται από αυτό. Οπισθοδρόμησε, έκανε τον σταυρό της και πρόφερε τη λέξη «Παναγιά μου». Με την προφορά της λέξης και την επίκληση της Παναγίας τα φίδια εξαφανίσθηκαν.
Ύστερα από τα γεγονότα αυτά δεν υπήρχε καμία αμφιβολία ότι επρόκειτο περί θαυμάτων. Συγκινημένη άνοιξε την πόρτα του σπιτιού της, ενώ μέσα στην ψυχή της υπήρχαν αλληλοσυγκρουόμενα συναισθήματα χαράς και απορίας, ντροπής και θλίψεως για την δειλία της. Έπειτα αποφάσισε να καλέσει ολόκληρη την γειτονιά για να πει τα περιστατικά. Όμως ο φόβος την απέτρεπε, σκεπτόμενη ότι δεν θα την πιστέψουν. Οι ημέρες περνούσαν για την Αναστασία με ψυχική συγκίνηση, ενώ διέξοδο εύρισκε στην προσευχή. Ημέρα και νύχτα προσευχόταν και ζητούσε από την Παναγία να ηρεμήσει ο ψυχικός της κόσμος. Είχαν παρέλθει αρκετές μέρες και ο ψυχικός κόσμος της Αναστασίας εξακολουθούσε να είναι ανάστατος. Η γλυκιά εκείνη φωνή αντηχούσε νυχθημερόν στα αυτιά της και την βύθιζε σε σκέψεις. Ένα Σαββατοκύριακο κουρασμένη από την εργασία και εξουθενωμένη από τις σκέψεις και μετά από μακρά προσευχή έπεσε να κοιμηθεί.
Ο σύζυγός της την άλλη μέρα το πρωί σηκώθηκε για να μεταβεί στην πόλη, προκειμένου να πουλήσει τα προϊόντα του στο παζάρι. Εκείνη επέστρεψε στο κρεβάτι της και άρχισε ο λογισμός της να ανηφορίζει προς το λόφο, όπου συνέβησαν τα γεγονότα. Ξαφνικά βλέπει μια δέσμη φωτός να λάμπει γύρω της και θεία ευωδία πλημμύρισε το φτωχικό της. Μια μορφή μεγαλοπρεπούς, απαστράπτουσας και αστραπόμορφης γυναίκας παρουσιάστηκε εμπρός της. Ολοένα διακρινόταν το φωτοστέφανο και η λαμπρότητά της. Η όψη της ήταν αυστηρή, η φωνή και η έκφρασή της επιτακτική. «Γιατί Αναστασία αδιαφόρησες για τις κλήσεις μου, τις οποίες προ ολίγων ημερών σου έκανα στο λόφο;». Η Αναστασία στο άκουσμα των ελέγχων ταράχτηκε. Έριξε μια ματιά στα τρία παιδιά της και τα είδε να κοιμούνται ήρεμα σαν να μην συνέβαινε τίποτα. Έθεσε τα χέρια της στο πρόσωπό της και σηκώθηκε στην άκρη του κρεβατιού της. Όταν κοίταξε προς το μέρος από όπου άκουσε τη φωνή, βλέπει ολόσωμη, πρόσωπο προς πρόσωπο την αγγελόμορφη γυναίκα, δηλαδή την Παναγία.
Με φωνή τρέμουσα ρώτησε η Αναστασία: «Ποια είσαι εσύ αρχόντισσα μου;». Τότε η αγγελόμορφη αυτή γυναίκα, η Παναγία, άλλαξε όψη, το αυστηρό πρόσωπό της γλύκανε και απάντησε στην τρομαγμένη Αναστασία: «Εγώ είμαι η Παναγία. Ευαγγελίζου γη χαρά μεγάλη. Αναστασία είσαι η πιο έντιμη και ηθική γυναίκα. Στο λόφο που έχεις αφήσει την αγκαλιά με τα ξύλα είναι θαμμένη η εικόνα μου. Θα κάνεις υπακοή στα λόγια μου. Θα πας στον π. Αριστομένη Δημόπουλο, Ιερέα της Ίκλαινας και θα του πεις ότι σε στέλνει η Παναγία και ότι ήρθες να του εξιστορήσεις αυτό το γεγονός, λέγοντας ότι θέλω να κτιστεί Ναός λατρείας προς το Θεό, αφιερωμένος στη Χάρη Της, καθώς και να ανεύρει την εικόνα μου, η οποία βρίσκεται πλησίον της ζαλιάς σου, απέναντι από τον λόφο της ξυλοκερατιάς. Αν δεν θελήσει να έρθει ο Ιερέας τρία δεινά θα βρουν το σπίτι του». Με τα τελευταία αυτά λόγια η Παναγία εξαφανίσθηκε.
Την επόμενη Κυριακή η Αναστασία ενώ έβρεχε καταρρακτωδώς χωρίς ομπρέλα και χωρίς να βραχεί καθόλου έφτασε στην Ίκλαινα, στην Εκκλησία, πριν ξεκινήσει τη Θεία Λειτουργία ο Ιερέας. Όταν του διηγήθηκε τα συμβάντα ο Ιερέας θύμωσε και εκνευρισμένος την απέπεμψε λέγοντας ότι δημιούργημα της φαντασίας της. Εκείνη φεύγοντας του είπε: «Παππούλη μου εγώ το καθήκον μου το έκανα, τώρα το λόγο τον έχεις εσύ». Δεν πρόλαβε να χτυπήσει την καμπάνα και τον ειδοποίησαν ότι η πρεσβυτέρα έπεσε και χτύπησε το πόδι της. Μέσα σε όλη την αναταραχή και τις σκηνές που διαδραματίστηκαν το παιδί του που παρακολουθούσε τα γεγονότα από το μπαλκόνι έπεσε και χτύπησε το χέρι του. Επηρεασμένος από την κοινή γνώμη επείσθη να κατέβει με το άλογό του στο απέναντι χωριό της Σγράπας και ενώ είχε προχωρήσει με το λευκό άλογο που είχε, σαν του Αγίου Γεωργίου, περίπου έξι ετών, το άλογο έξω από το χωριό γονάτισε και ψόφησε. Τότε συναισθάνθηκε την αμαρτωλότητα και τη λανθασμένη εκτίμησή, σήκωσε τα χέρια του στον ουρανό και είπε:«Ήμαρτον Θεούλη μου, συγχώρα με που δε σε πίστεψα».
Αφού μετανόησε για τις σκέψεις του και την αμφιβολία του, πεζός έφτασε στην Σγράπα. Χτύπησε την καμπάνα, συγκέντρωσε τους κατοίκους, οργάνωσε συνεργείο και ξεκίνησαν για την υποδειχθείσα τοποθεσία. Έσκαψαν όλο σχεδόν το λόφο για μια ολόκληρη ημέρα και παρά τον ενθουσιασμό τους στην αρχή, άρχισαν να απογοητεύονται. Και ενώ πλησίαζε η δύση του ηλίου αποφάσισαν να εγκαταλείψουν το έργο της ευρέσεως της εικόνας της Παναγίας.
Ταυτόχρονα, η Αναστασία, με παρακλήσεις, προτροπές, δάκρυα και προσευχές, τους παρότρυνε να συνεχίσουν το έργο τους. Με την παρουσία της Αναστασίας, μια δύναμη τους ενδυναμώνει και τους κρατά αφοσιωμένους στο ιερό έργο τους. Ενώ ο ήλιος είχε κρυφθεί πίσω από τη νήσο της Σφακτηρίας και άρχισε η νύχτα, ένας χωρικός ακούει να κάνει η τσάπα του έναν υπόκωφο κρότο. Αντιλήφθηκε ότι κάποιο αντικείμενο ήταν εκεί και ρίγος ιερό τον κατέλαβε. Σκύβει ευλαβώς, καθαρίζει τα χώματα και συγκινημένος μέχρι δακρύων βλέπει με μεγάλη έκπληξη την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας.
Η ευλογημένη εκείνη ημέρα της ευρέσεως, που ήταν 23 Αυγούστου του έτους 1892, ημέρα κατά την οποία εορτάζεται η απόδοση της εορτής Κοιμήσεως της Θεοτόκου, σκόρπισε χαράς ευαγγέλια στην ευρύτερη περιοχή. Αστραπιαία διαδόθηκε η ευχάριστη πληροφορία της ευρέσεως της εικόνας σε όλη την περιοχή και πλήθη ευσεβών Χριστιανών συγκεντρώθηκαν για να την προσκυνήσουν. Η ανευρεθείσα εικόνα ήταν η προαναφερθείσα εικόνα της Ζωοδόχου Πηγής, η οποία είχε καταχωθεί στα ερείπια του Ναού κατά το έτος 1886 και έχει ενθύμηση «1835 Παρά Αναστασίου Αλεξόπουλου».
Από την στιγμή αυτή η Αναστασία ξεκίνησε περιοδεία σε όλα τα χωριά της περιοχής με εράνους, προσφορές και δωρεές. Επειδή μάλιστα καταγόταν από την Αρκαδία, οι Αρκάδες πήραν προσωπικά το όλο θέμα, σχημάτισαν επιτροπές και έκαναν εράνους με αποτέλεσμα να κτιστεί ο Ιερός Ναός, αφιερωμένος στη Ζωοδόχο Πηγή, ο οποίος, παρερχομένου του χρόνου, τελειοποιείτο επεκτεινόμενος κατά τις διαστάσεις του.
Από τα τριάντα της χρόνια η Αναστασία υπηρέτησε το Ιερό Προσκύνημα μέχρι τα βαθειά γεράματα, έχοντας πνευματικότητα και διορατικό χάρισμα. Είχε υποτακτικές γυναίκες από την Αρκαδία και τη γύρω περιοχή και συχνά διοργάνωνε εράνους. Μάλιστα μαρτυρείται ότι μετά από προσευχές και παρακλήσεις της, ένα παράλυτο παιδάκι τη νύχτα έγινε καλά. Το Ιερό Προσκύνημα έχει καταστεί πνευματικό κέντρο για χιλιάδες ανθρώπους, που στο διάβα των χρόνων σπεύδουν επικαλούμενοι την Παναγία, ζητώντας τη βοήθειά της.
Από την ίδρυση του Ιερού Προσκυνήματος παρατηρούνται πάρα πολλά θαύματα, καθώς η Παναγία της Σγράπας έχει το χάρισμα της τεκνογονίας. Γυναίκες που δεν είχαν τη δυνατότητα να κάνουν παιδιά τεκνοποιούσαν, επισκεπτόμενοι το Ιερό Προσκύνημα και έτσι έχουν καταγραφεί χιλιάδες γεννήσεις παιδιών με τη χάρη Της. Κάθε χρόνο τάζουν πολλά παιδιά στην Παναγία και τα βαπτίζουν στο Ιερό Προσκύνημα. Μέχρι σήμερα μαρτυρούνται πάρα πολλά θαύματα τεκνοποιίας. Ο ίδιος ο Εφημέριος του Ιερού Προσκυνήματος, Αρχιμανδρίτης Ιερεμίας, έχει βιώσει τη γέννηση τουλάχιστον δέκα παιδιών από άκληρες γυναίκες.
Η θαυμαστή, με την υπόδειξη της Παναγίας, ευρεθείσα εικόνα της Ζωοδόχου Πηγής τιμάται πανηγυρικώς την Παρασκευή της Διακαινησίμου με τριήμερη πανήγυρη, όπως επίσης και την 23 Αυγούστου κάθε έτους εις μνήμην της ευρέσεως αυτής.
Σήμερα το Ιερό Προσκύνημα διαθέτει ξενώνα, οποίος μπορεί να φιλοξενήσει πενήντα άτομα και τράπεζα, στην οποία μπορούν να σιτιστούν εκατό άτομα. Οι επισκέπτες-προσκυνητές τυγχάνουν αβραμιαίας φιλοξενίας από τον Αρχιμανδρίτη Ιερεμία. Μάλιστα φέτος φιλοξενήθηκαν παιδιά από τα Χωριά SOS, ενώ το Ιερό Προσκύνημα κάλυψε τη διαμονή, τη σίτιση και την ξενάγηση αυτών στους αρχαιολογικούς χώρους της περιοχής. Παράλληλα δίδονται τρόφιμα και χρήματα στους αναξιοπαθούντες, ενώ ταυτόχρονα πολλοί ηλικιωμένοι και άποροι άνθρωποι και αλλοδαποί τυγχάνουν της φροντίδας που παρέχει απλόχερα το Ιερό Προσκύνημα. Ο Αρχιμανδρίτης Ιερεμίας με τον ένθεο ζήλο του και τη μεγάλη του έγνοια και φροντίδα για το Ιερό αυτό Προσκύνημα παράσχει αρωγή σε οποιονδήποτε του το ζητήσει, αλλά και οποιοσδήποτε επισκέπτης-προσκυνητής βρεθεί εκεί τυγχάνει θαυμαστής φιλοξενίας.
Ο Αρχιμανδρίτης Ιερεμίας διακονεί το Ιερό Προσκύνημα και χάρη στην πνευματικότητά του έχει εντάξει στους κόλπους της Εκκλησίας πλήθος κόσμου, οι οποίοι τιμούν τον Ιερό Ναό τόσο κατά τη θεία Λειτουργία, όσο και κατά τα θεία μυστήρια που τελούνται τακτικά στο χώρο αυτό, μετατρέποντας το προσκύνημα σε πνευματική όαση.
Nextdeal.gr

Τα διαβάζουν πολλοί